Σε δρόμους κηρωμένους, σ΄εκμαγεία πόλεων
τα βήματα βαριά, στο βάθος οι βάλτοι μελιού
θερμές οι πηγές δεξιά κι αριστερά
λιοντάρια στη σειρά χάσκουν οι κρήνες
να θες να δροσιστείς κι οι γλώσσες καυτές
κανείς δεν μιλάει εδώ
μόνο ανοιγοκλείνουν τα χέρια
Ανοιχτά σημαίνει ναι
Κλειστά όχι
κι εσύ να θέλεις να γλείψεις τους τοίχους
τόσα εύγευστα σχήματα εδώ γύρω
με συμπλέγματα ηρωικά κι ερωτικά και ιστορία μεγάλη.
Έτσι όπως το θολό νερό σχίζει στα δυο τη γριά πόλη της ώχρας
ένα παζάρι στήνεται για όλους τους πεινασμένους
– Είμαι έτοιμος, δίνω όσα – όσα
– Τούτι – ρουμπάτι, η ακατάληπτη μουρμούρα μιας τσιγγάνας
κι ο παπαγάλος να κρατάει τσίλιες
– Δεν θέλω να ξέρω τις προελεύσεις
Βάλε ένα τέταρτο κομμάτι φρέσκο
από τα χαμένα χρώματα της Άνοιξης
και δώσε το κλειδί αυτό εκεί το Μαυριτάνικο,
που δείχνει ν’ ανοίγει όλα τα κιβώτια με τα εσπεριδοειδή φιλιά.
Μια ντουζίνα βάλε να γευτώ απ’ αυτά
ν΄ανοίξω το στόμα μου, να γεμίσω σάλια
Γλυκά να με πνίξει θέλω η αψάδα.
.
Εικαστικό: Σοφία Περδίκη
.
.