Στέλλα Δούμου, Blue Lazarus

Blue Lazarus

.
Σου είπα να με περιμένεις, τι βιασύνη ήταν αυτή;
Πήγες και πέθανες!
Τώρα πρέπει να σε ξυπνήσω απ’ τον ξύλινο ύπνο. Με κάτι να σε δελεάσω. Γιατ’ η ψυχή έχει κολλήσει στο μέλι άλλων αισθήσεων και, όσο περνούν οι μέρες, πολλαπλασιάζεται η δύναμή της να μην θέλει. Πρώτα θα πρέπει ν’ ακούσεις την προστακτική φωνή μου, δυνατά∙ να κουφαθούνε όλα τα τελώνια που φυλάνε το πισωγύρισμα, τις σήραγγες, τα ξυραφένια περάσματα που γδέρνουνε το δέρμα, καθώς περνάει στο αμετάκλητο, για να ξεφλουδιστεί ο καρπός ο Μέγας∙ να γυρίσουνε οι τροχαλίες στο ανάποδο, να σε ρευτούνε πάλι οι δίνες του φωτός, να φορεθούνε ξανά τα μέσα έξω του ανάδρομου. Στο δρόμο θα σε τσιμπούν πολλές φωνές, νετρόνια και νετρίνα θα κλαίνε γοερά, καθώς θα τα πατάς όταν θα σχηματίζεσαι ξανά – εγώ με τη φωνή και την ανάσα μου να τα σωπαίνω πρέπει. Και τώρα, το δύσκολο σημείο: το Αθέατο από τη Μήτρα του να σε ξεγεννήσει. Να τεντωθώ τόσο πολύ για να το πείσω, να χαλαρώσουν οι μυώνες του, να τεντωθώ εγώ τόσο ώσπου να σπάσω σε χίλια των χιλίων αθώα του αίματος κύτταρα, και σκόνη και χώμα και νερό, να σ’ αναγεννήσω. Και ύστερα, δοκιμάζοντας στις άκρες των δαχτύλων το φως της μέρας, να είναι τόσο όσο πρέπει χλιαρό κι ανώδυνο όταν θά ’ρθεις, στα μάτια να σ’ αλείψω, ν’ αρχίσει ο κόσμος σου να σχηματίζεται ξανά.
Δεν είναι εύκολη δουλειά, κυρ-Λάζαρε, έτσι που τα ’κανες! Μα μόνον αυτό μη μου ζητήσεις. Τη λαλιά. Δεν θα ξαναμιλήσεις ανθρωπινά ποτέ. Όσοι γυρίζουν από Εκεί δεν γίνετ’ άλλη γλώσσα να μιλήσουν.

~από την ενότητα : Μέλισσες Σφουγγαρίζουν τις Κοιλάδες, Χαμηλές Οκτάβες εκδ. Φαρφουλάς, 2013~

Painting: Daniel Berkley .

.

.

Στέλλα Δούμου, Στρατήγημα

Στέλλα Δούμου, Στρατήγημα

.

Οι μαύρες μου λέξεις δεξιά
αριστερά οι λευκές
Η στρατηγική μου απλή: σε λευκή παγωμένη θάλασσα προχωρούν και γυρεύουν τι; Την ήττα ολόκληρη. Και μόλις πω σοκολάτα, φεύγουν οι λέξεις ακάλυπτες –σηκώνω αυτήν τη σημαία για άλλοθι μόνο– και οι βασίλισσές μου, χλωμές μα ύπουλες, χορεύουν πάντα πάνω σε χείλη από δαντέλα και λεπίδα. Οι στρατηγοί λοξοπηδούν στο δια ταύτα και τ’ άλογα, όταν μυρίσουν τη λέξη καθρέφτης, με φιλί εμποδίζουν το έπακρο, καθώς η καρδιά ξεριζώνεται. Σε κίνηση Γάμα πάντα υπόσχονται ελιγμό. Τα κόμματα κρατούν την ανάσα της άνασσας μόνον όταν πρέπει. Τελείες καρφώνουν τα λάβαρα μέχρι που σκίζονται. Εφευρίσκονται άλλα – στο μεταξύ, συμμορίες πνευμάτων αφήνουν μοσχεύματα. Κι αυτό είναι ευλογία, αν με καταλαβαίνεις. Μπαλαρίνες-στρατιώτες γλιστρούν στον τετράγωνο πάγο, μέχρι που το μονόπρακτο της Μούσας τελειώνει με κλάματα. Ψέματα σου είπαν. Πτώματα, Πύργοι ποτέ δεν υπήρξαν. Ούτε και Βασιλιάς. Κανείς δεν κυκλώνεται όσο ζει η σελήνη. Η βασίλισσα μόνον κεντρώνει τα μάτια του χρόνου, κι όλα ξαναγυρίζουν στην αρχή.
Στη λευκή παγωμένη θάλασσα.
oι μαύρες μου λέξεις δεξιά
αριστερά οι λευκές

Painting: Alexandra Nedzvetskaya

.

.

.

.

Στέλλα Δούμου, Μισοφωτισμένο

Στέλλα Δούμου

Οι δρόμοι με θυμώσανε.
Οι γοργές αναπνοές
Οι πηλοί στα νύχια
Τα χαλίκια, τα κατράμια
Τα γούνινα καθαρματάκια που ρουφούσαν
Το φεγγάρι
Τα τσιγκέλια των δέντρων στην πλάτη
Το μαύρο μέταλλο που έβραζε από χάος κι από χάος
Το ξεραμένο μου λαρύγγι
Και στα πλευρά της Ανδρομέδας
Που ήταν μπηγμένη
Εκείνη η αποκριά του μυαλού

Τελικά ο επίλογος υπήρξε τροχοφόρος.

.

.

Στέλλα Δούμου , Πασιφάη

Πασιφάη
”Γκρί λινά τσαλακωμένα
στο τραπέζι της η Πασιφάη
και τα ποτήρια από κέρατο
τα σημειώματα δίναν και παίρναν
με τους οινοχόους να χασκογελούν.
Η Πασιφάη
τα βράδια χαμογελούσε με το ‘να φρύδι σηκωμένο
όταν κερνούσε
γλυκό κρασί τον Μίνωα
στα κεράτινα ποτήρια.
Εκείνα τα βράδια
που ανενόχλητη ασελγούσε στον Ταύρο του θεού

Τα θλιμμένα νύχια της στο πάτωμα
γίναν με τα χρόνια
δέντρα .
Δέντρα που έφταναν οι ρίζες τους
ίσαμε τα σπλάχνα του Λαβύρινθου.”

Photo: Natalie Shau
.

.