Στέλλα Δούμου, Φωτάκια στις ρίζες, γλυκόριζα και κάντιο.

4149567415_c6a66e9ba7_z.

 

Παπαγαλίζουμε κάθε χρόνο Χριστούγεννα
διδυμότειχοι
με ακάνθινα φωτάκια στις ρίζες των μαλλιών. Στοιχειωμένα παιδιόθεν. Από τότε που όλοι φορούσαν κόκκινα και παρίσταναν μαλακούς αγιοβασίληδες
Κάποτε περίσσεψαν ρούχα. Κάποιοι πρόδωσαν.

Έκτοτε ανθούν κατ’ έθιμο γλιστερά φιλιά και αυτουργίες  καμινάδων.

Σφιχτές γάζες από  χιόνι κρατούν το μυαλό ευφρόσυνα παγωμένο.
Όλα  εφάπτονται σε επιφάνειες σφριγηλών αντανακλάσεων όσο μακροημερεύει η άμπωτη των λαμπιονιών.

Μα όταν θα ανέβει πάλι η γκρίζα παλίρροια,το αστέρι καρμανιόλα θα κόψει τους ιμάντες των εθίμων, οι καλαντιστές θα έχουν αφυδατωθεί, οι επιφάνειες σκληρύνει και τα Χριστούγεννα θα  έχουν πληρωθεί .Θα μετρηθούν σπασμένα δάχτυλα στα στιλβωτήρια των ευχών.

Και τα ζαχαρωτά ψωμάκια,αυτά με την κρούστα από κάντιο, που κολλά στα δόντια τής  ψυχής θα  ξεραίνονται στις πιατέλες της λήθης.

Μέχρι.

Photo: Jenny  Terasaki

.

.

 

Στέλλα Δούμου, Κόλιντα μπάμπω*

ce999f1a049544cd180297fa9d1ba576

.

Από τις χαραμάδες του Δεκέμβρη μπαίνει το κρύο του Ηρώδη.
Οι ανάσες των νηπίων είναι μαρμάρινες.
Με τα δόντια κάποιος
πριν διαμελισθεί σ’ εκατομμύρια φυλαχτά
προσπαθεί να κόψει
τα σχοινιά της ιστορίας.
Ν’ αρχίσει η παιδική ηλικία του Αθώου.Να βουήξουν τα μεγάλα μελί μάτια της καλοσύνης.
Οι κωδωνοκρουσίες συνεχίζουν να σημαίνουν ήττα.
Οι δήμιοι κουρεύουν τις γάτες τους.
Στα κοιμητήρια του κόσμου θάβονται παιδιά χωρίς τ’αληθινά τους ονόματα.
Kαι οι άνθρωποι συνεχίζουν να ελπίζουν πως μετά από αυτό , κάποτε θα συγχωρεθούν.
Από τις χαραμάδες ,μπαίνει,το κρύο του Ηρώδη.
ξανά και ξανά. 

*Κόλιντα μπάμπω: σφάζουν, γιαγιά!

Painting:Pieter Bruegel the Elder/ The massacre of the innocents

.

Στέλλα Δούμου, Πέτρινη

Image-3

.

Χάρισα τα προικιά και τα φουστάνια μου
σε κάτι επίμονους Αλιάκμονες
και με μια στροφή γύρω απ τη μέση μου
υπέκυψα στην χρεωλυσία του νερού.
Στα μαντήλια που μου ρίξαν’ οι αμούστακοι
κλητικά η φωνή μου έγραψε βοή
κατεβάζοντας απ τ όνομά μου τον ιδρώτα του θανάτου .
Ώρες υγρές που με κυβέρνησαν
μέχρι τα πόδια μου να γίνουνε σπηλιές
και η πικρή καρδιά του αρχιμάστορα να με χωνέψει.
Χάρισμα, χάρισμα τα σκοινιά ,
χάρισμα οι άλυσοι των οιμωγών.
Ανήμερα της φλέβας των βουνών
τα βρύα της βέρας έλυσα κι απομαγεύτηκα.
Εκατοπενήντα χρόνια πέτρινη.

.

.