.
μια πόρτα που αναπνέει με ελβετικούς τρόπους
η ακολουθία των βλεφαρίδων σου
φιτίλια στα άχυρα των σπλάχνων
η άλλη γλώσσα της πυράκτωσης
είναι
το σώμα σου όταν κλειδώνεται
κι η αφιονιστική των υπονοούμενων
πληρεξούσια ιδέα
το φεγγάρι από μέσα σου επιθυμώ
να αντλήσω
όπως νερό απ το πηγάδι.
κι ύστερα χρόνος πυρρίχιος
να με γειώσει μ΄ ένα σέρτικο.
ο χειμώνας του φεγγαριού
θα έχει τελειώσει
με τη φωτιά στο στόμα.
.
δημοσιευμένο στο ηλ. περιοδικό Bibliotheque
http://www.bibliotheque.gr/article/53354
.
.
.
Παπαγαλίζουμε κάθε χρόνο Χριστούγεννα
διδυμότειχοι
με ακάνθινα φωτάκια στις ρίζες των μαλλιών. Στοιχειωμένα παιδιόθεν. Από τότε που όλοι φορούσαν κόκκινα και παρίσταναν μαλακούς αγιοβασίληδες
Κάποτε περίσσεψαν ρούχα. Κάποιοι πρόδωσαν.
Έκτοτε ανθούν κατ’ έθιμο γλιστερά φιλιά και αυτουργίες καμινάδων.
Σφιχτές γάζες από χιόνι κρατούν το μυαλό ευφρόσυνα παγωμένο.
Όλα εφάπτονται σε επιφάνειες σφριγηλών αντανακλάσεων όσο μακροημερεύει η άμπωτη των λαμπιονιών.
Μα όταν θα ανέβει πάλι η γκρίζα παλίρροια,το αστέρι καρμανιόλα θα κόψει τους ιμάντες των εθίμων, οι καλαντιστές θα έχουν αφυδατωθεί, οι επιφάνειες σκληρύνει και τα Χριστούγεννα θα έχουν πληρωθεί .Θα μετρηθούν σπασμένα δάχτυλα στα στιλβωτήρια των ευχών.
Και τα ζαχαρωτά ψωμάκια,αυτά με την κρούστα από κάντιο, που κολλά στα δόντια τής ψυχής θα ξεραίνονται στις πιατέλες της λήθης.
Μέχρι.
Photo: Jenny Terasaki
.
.
.
Από τις χαραμάδες του Δεκέμβρη μπαίνει το κρύο του Ηρώδη.
Οι ανάσες των νηπίων είναι μαρμάρινες.
Με τα δόντια κάποιος
πριν διαμελισθεί σ’ εκατομμύρια φυλαχτά
προσπαθεί να κόψει
τα σχοινιά της ιστορίας.
Ν’ αρχίσει η παιδική ηλικία του Αθώου.Να βουήξουν τα μεγάλα μελί μάτια της καλοσύνης.
Οι κωδωνοκρουσίες συνεχίζουν να σημαίνουν ήττα.
Οι δήμιοι κουρεύουν τις γάτες τους.
Στα κοιμητήρια του κόσμου θάβονται παιδιά χωρίς τ’αληθινά τους ονόματα.
Kαι οι άνθρωποι συνεχίζουν να ελπίζουν πως μετά από αυτό , κάποτε θα συγχωρεθούν.
Από τις χαραμάδες ,μπαίνει,το κρύο του Ηρώδη.
ξανά και ξανά.
*Κόλιντα μπάμπω: σφάζουν, γιαγιά!
Painting:Pieter Bruegel the Elder/ The massacre of the innocents
.
.
η γεύση του ξιδιού είναι σε κάθε γλώσσα
που μουρμουρίζει ασθμαίνοντας «Θεέ μου,Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες»
Randall Jarrell
Το θέατρο γέμιζε με ρυθμό υπαγορεύσεως
έξω, έβρεχε δάση
σκιές που έπιναν παχύ νερό
γίνονταν πουλιά
και λίγο μακρύτερα ο δήμιος
έκανε καλά τη δουλειά του
με ταχύτητα πηγαδιού εξαφάνιζε τα συμβάντα.
Το θέατρο άδειασε κι όλα ξανάγιναν ήσυχα.
Αγάλματα υπογράφουν αυτόγραφα.
Στο αεί του νυν καρδιές αγίων περιφέρονται σε ξύλινα μπωλ.
Κανείς δεν εξάπτεται.
Όλες οι γιορτές έχουν ματωμένα ονόματα.
(επειδή δεν συναντηθήκαμε σε στέρεο έδαφος
κι ήρθαμε από μέρες που τις πυροβόλησαν στα μάτια
χύμηξαν ορδές ανθρώπων
και μας ξέσκισαν με στριγγλιές
μας φώναξαν με λανθασμένα ονόματα
-όχι πάντως τα δικά μας-
φώναξαν, σκουπίδια
φώναξαν, λεροί
φώναξαν, παρίες
εμείς απλώς δείχναμε με το δάχτυλο την καρδιά μας. Άλλη γλώσσα δεν ξέραμε.)
.
.
.
Α λογάκια από ζάχαρη
κι ευχαριστώ τα καλοκαίρια των φιλιών
γιατί είμαι ακτή γυναίκας
γεμάτη καθρέφτες.
Με τόλμη ο Θάνατος χρόνους χίλιους τριακόσιους με γιορτάζει μέχρι από σε να με ξανακερδίσει
κι εγώ κρατώ σε μπουκαλάκι αέρα ραγισμένο
όπως η έφηβη του αγαπημένου τα μαλλιά.
”Αγαπημένου” είπα και σε γεύτηκα
Υγρή αψίδα και Χειμώνα μου
που, όταν στο βρύο της μασχάλης σου κοιμάμαι
μπαίνουν λύκοι μέσ στον χρόνο, τον ξεσκίζουν
ρίζα του κέλτικου αίματός μου,ρίζα
Ξανθέ μου Κόελχεν,
τραχιά Φωνή σε νύχτα παχιά στο Τάμπθαμορ,
πόσα φεγγάρια σε φοβήθηκαν
εσένα που χάλασες τους ειρμούς της Ιστορίας
για να με καταπιείς ατσάλινη ανδρομέδα
και τώρα μαρτυρικά που με ξερνάς απ τους καρπούς
γιατί με ζήτησες λυμένο κύμα καταπάνω σου.
Ναι τώρα
Α λογάκια από ζάχαρη
στα χείλη που αναβλύζουνε φαράγγια
και στο λεπίδι του παλιού μου τρόπου ν’αγαπώ
μόνον Εσύ να κόβεσαι.
Είμαι εδώ ανείπωτη .
~Έρως αρόδο, εκδ. Κουκούτσι 2015~
.
.
Photo: Sean Bean/English Actor
.
.
.
Όρθια η νύχτα σε μαρτύρησε:
Χιλιόμετρα σκαλισμένος στην απομάκρυνση
και αδελφοποιητός χρόνου πρόσκρουσης.
Στην πλάτη σου στερεώθηκε κάποτε
ένας μηχανισμός πετάγματος.
Θα έσπασε..
Κύβοι ασημιού
θορυβούν στο λίγο της ψυχής περιθώριο
όταν συμβαίνει ορθάνοιχτο τραύμα.
Άλλοτε αντιστάθηκα πολύ
Τώρα,δεν πετάει τίποτα στα πλάτη ,που να μην το έχω διαβάσει
με κερί και ιώδιο.
~Έρως αρόδο, εκδ. Κουκούτσι, 2015~
Painting: Mariko Sugano
.
Oυραγοί πια στις λέξεις μου
ο Αυτός, ο Εκείνος, ο Διεστώς
Αλάτιζαν το δέρμα μου με τα φιλιά τους
με χίλια χείλια με στέρνα αστέρινα,φλέβες ξεφλούδιστες
Κάποτε υποκλίθηκαν σε σημαία εγκατάλειψης
Δίχως σαλπίσματα αγωνίας
Ξεντύθηκαν τα φεγγάρια και τ’ αλεξίπυρα του έρωτα εγκόλπια
Και διελύθησαν ησύχως για κάμποσο.
Μελαχθονίως τα χαράματα, ενίοτε, αναθυμούνται κλαυθμούς
Μα ήδη έχει περάσει τρένο τελώνιο και ψευδώνυμο
Και τους έχει κάνει λιώμα
Κι άλλωστε εγώ, συνηθίζω εκείνη την ώρα να κοιμάμαι
Με τις φανέλες τους βαθιά θαμμένες στους σφυγμούς του σαρκοβόρου μου.
Με τις φανέλες τους στο τέρμα.
Painting : Tomas Clayton
.
.
.
Πηγάδι,
πώς μπορείς και ανασαίνεις τις νύχτες
που σε ποδοπατάει το φεγγάρι
και έτσι μπουκωμένο ασημένια αλογάκια
να γυρίζεις στ΄ άστρα το Aμήν σου;
είπε το κορίτσι
κι ανέβηκε στο φιλιατρό να εξημερώσει
τ ‘άλογα μ΄ένα μαντήλι στόμα.
”πέφτω’‘ , σαν είπε,
χόρτασε ο Άδης φθόγγους που έλαμπαν.
Painting: Franz Xaver Winterhalter
.
.