.
Η κυρία Στόουν έκλεισε το βιβλίο της
κι ακούμπησε τα δάχτυλα πάνω στο στήθος
Σ’ αυτή τη στάση τη βρίσκαμε όποτε επιστρέφαμε
Τα μάτια της δυο γαλακτεροί φακοί
φώτιζαν τον τοίχο πίσω μας
Τότε εισβάλλαμε κάτω από το φουστάνι της
να δούμε για ακόμα μια φορά
τον ξυλοκόπο να βγάζει τις μπότες
το τσεκούρι να πέφτει από τα χέρια με κρότο
-ένας μολοσσός χασμουριέται στη γωνία-
ο καιρός που άλλαζε απότομα.
Μα η κυρία πάντα ταραζόταν
Μεταβαλλόταν
στάζαμε στα χείλη λάδι
καιγόμασταν την ώρα που
το ρούχο ανασηκωνόταν
καμιά χαραμάδα για αέρα
και το φως κι αυτό λιγόστευε
μύριζε το δέρμα αλόη βέρα
ίδρωνε η παλάμη
το σώμα μας γδερνόταν
σε στρώμα τρίχινο
μας έπνιγαν μοτίβα αγκαθωτά
μας μάτωναν τα σχίνα.
Αχ! Κυρία Στόουν εσύ, με τα μάτια σου κρίνα
στο σπίτι του δάσους έλατα
ράβεις στο στόμα
Έστω μια φορά για λίγο, τράβηξε την αόρατη κουρτίνα.
Photo: Via Google
.
.