Aλλού• αλλά για πού
Από δύνη σωτήρων
έπεσα
σ’ άλλο βάραθρο.
Λαός από αρχέγονους μόρτες
Μ’ έκανε μαύρη
Απ’ τις ποινές.
Μια προλετάρια
Της ποίησης και της αγάπης.
Μα είπα δεν πειράζει,
εγώ έχω γη
και ουρανό
και θάλασσα,
ως και γονατιστή
θα τα υπηρετήσω.
.
Μα να,
το γάλα πέτρωνε
σε ολοκαίνουργιες οροσειρές
πάνω απ’ τους κρόταφους
του κόσμου,
τα χορτάρια.
Στάθηκα.
Μήπως η γη
Τον προαιώνιο κύκλο
απώλεσε
από τεράτων έργα;
Και δρόμο πήρα,
όμως δρόμο δεν άφησα.
Να πάω πού η ξένη,
ακόμα κι από της φλογίτσας μου
το φωτεινότατο μέλι.